Το σπήλαιο Ασφένδου

οι βραχογραφίες μέσα στο σπήλαιο..

Το σπήλαιο βρίσκεται στην περιοχή Σκορδολάκια στο χωριό Ασφένδου / Σφακιά (νότια Κρήτη). Για να πάτε στο Ασφένδου όπως έρχεστε από τα Χανιά (µε κατεύθυνση προς τα Σφακιά), στρίβετε αριστερά µετά το χωριό Ασκύφου.
Το σπήλαιο είναι «κλειδωµένο» και δεν µπορεί να βρεθεί χωρίς τη βοήθεια ντόπιων. Το κλειδί και τις οδηγίες για να πάτε έως την είσοδο του σπηλαίου µπορείτε όµως να τα βρείτε εκεί: στην έξοδο του Ασφένδου προσέξτε να εντοπίσετε στη δεξιά πλευρά την τελευταία κολώνα της ΔΕΗ και ένα σπίτι (στέγη) που βρίσκεται εκεί (περίπου 100 µέτρα από το δρόµο). Δίπλα ακριβώς στην κολώνα της ΔΕΗ υπάρχει ένα δροµάκι που οδηγεί σε αυτό το σπίτι (µέσα από ένα συρµατόπλεγµα). Εκεί κατοικεί ένα ζευγάρι ηλικιωµένων που είναι πολύ φιλόξενοι. Η οικοδέσποινα του σπιτιού είναι η «κλειδοκράτορας», η οποία µε χαρά πάει τους ενδιαφερόµενους µέχρι την είσοδο της σπηλιάς (είναι αυτονόητο ότι θα λάβει και κάποιο «οβολό» για αυτήν της την υπηρεσία). Όταν την επισκεφτήκαµε µας είπε και ότι τα τελευταία 10 χρόνια δεν έχει επισκεφτεί κανένας επιστήµονας τη σπηλιά αυτή. Οι τελευταίοι επισκέπτες ήταν Έλληνες αρχαιολόγοι από την Αθήνα, τα Χανιά και το Ηράκλειο.
Η διαδροµή µέχρι την σπηλιά (περίπου 500 µ.) ξεκινάει ανατολικά του σπιτιού και περνάει µέσα από µια µικρή πεδιάδα (µε γαϊδουράγκαθα, γι’ αυτό να έχετε κλειστά παπούτσια, µακριά παντελόνια κ.λπ.). Στα µέσα περίπου της διαδροµής φτάνετε σε µια στέρνα, η οποία έχει βάθος πάνω από 15 µέτρα φέρει «ίχνη σχοινιού πάνω στην πέτρα» [βλ. εικόνα] που αποτελούν ένδειξη ότι χρησιµοποιείται εδώ και πάνω από 100 χρόνια.

Η πρόσβαση στη σπηλιά γίνεται από τη νότια πλευρά στους πρόποδες του βουνού (υψόµετρο περίπου 700 µέτρα) που βρίσκεται αριστερά. Η σπηλιά ήταν αρχικά επίπεδη και βρισκόταν κάτω από βράχο (στο παρελθόν χρησιµοποιούταν πιθανόν ως καταφύγιο) πλάτους περίπου 5 µέτρων µε περίπου 16 µέτρα οριζόντιο σχεδόν βάθος και ύψος περίπου 2 µέτρα στην είσοδο έως το ανώτατο 1 µέτρο στο τέλος του σπηλαίου. Η είσοδος µετά την πρώτη ανακάλυψη του σπηλαίου κλείστηκε µε βράχους και αφέθηκε µόνο µια είσοδος στα δεξιά διαστάσεων περίπου 60 x 80 εκατ., η οποία κλείστηκε µε µια σιδερένια πόρτα [βλ. εικόνα κάτω]. Μέσω αυτής της «εισόδου» βρίσκεται κανείς (έρποντας) στο εσωτερικό της σπηλιάς (βλ. εικόνα κάτω αριστερά). Το ύψος της σπηλιάς εδώ είναι το ανώτατο 60 εκατοστά, κάτι που περιορίζει κατά πολύ την «ελευθερία κίνησης». Οι βραχογραφίες βρίσκονται κοντά στην είσοδο στο έδαφος του σπηλαίου.
Στο βιβλίο της Τα Σπήλαια της Ελλάδας (1992) η Άννα Πετροχείλου αναφέρεται στο σπήλαιο Ασφέντου µε πέντε µόνο προτάσεις τονίζοντας την προϊστορική του σηµασία, χωρίς να εµβαθύνει περαιτέρω. Γράφει για «εγχάρακτα σχέδια από ανθρώπους της νεολιθικής περιόδου όπως απεικονίσεις άγριων ζώων, τόξα και βέλη, κλαδιά και άλλα». Ούτε σε αυτή την πηγή όµως δεν δίνεται κάποια ερµηνεία για τα παλαιότερα, το πιο πιθανό, σχέδια και τα κοιλώµατα που είναι διατεταγµένα σε κύκλους.
Οι βραχογραφίες ήταν πρακτική γνωστή σε αναρίθµητους λαούς από όλες τις ηπείρους, πλην της Ανταρκτικής.
Συχνά οι απεικονίσεις σηµαίνουν πολλά από πολιτισµικής και θρησκευτικής πλευράς αναφορικά µε τις κοινότητες όπου ανήκουν. Στις περιπτώσεις αυτές όµως δεν επιτρέπονται οι γενικές υποθέσεις. Η ερµηνεία της σηµασίας των βραχογραφιών, είναι δυνατή, υπό προϋποθέσεις πάντα, µόνον εφόσον προϋπάρχει πολύ καλή γνώση του πολιτισµού, από όπου προέρχονται. Όλα τα άλλα είναι υποθέσεις. Εν κατακλείδι, ας πάρουµε τις βραχογραφίες του Ασφένδου προς το παρόν ως αυτό που είναι – ένα µοναδικό αποτύπωµα ενός πολιτισµού της νεολιθικής περιόδου στην Κρήτη, που µέχρι στιγµής δεν έχει ερευνηθεί αρκετά.

Σχόλια