Ο θρυλικός «Ξωπατέρας»

Όταν πρωτοδείτε το μοναστήρι της Οδηγήτριας από μακριά, θα νομίσετε ότι πρόκειται για παλιό κάστρο. Παρότι βρίσκεται αρκετά μακριά από την ακτή που την λυμαίνονταν οι πειρατές, το μέρος ήταν τότε (16ος αιώνας) τόσο ερημικό όσο είναι και σήμερα, και η μόνη άμυνα εναντίον των πάσης φύσεως εχθρών (ληστών, Τούρκων, κ.λπ) ήταν τα ψηλά τείχη και οι ετοιμοπόλεμοι μοναχοί.
Ένας από αυτούς ήταν ο θρυλικός Ξωπατέρας ή Ξέπαπας, όπως ονομάστηκε ο Ιωάννης Μαρκάκης ή πατήρ Ιωάσαφ. Ο Ιωάννης Μαρκάκης γεννήθηκε το 1788 και όταν μεγάλωσε θέλησε να παντρευτεί μια κοπέλα την οποία ο πατέρας του δεν ήθελε για νύφη του. Σαν αντίδραση στην επιμονή του πατέρα του ο Ιωάννης πήγε στην Ιερά Μονή της Οδηγήτριας και έγινε καλόγερος, οπότε και πήρε το όνομα Ιωάσαφ. Γρήγορα ο Ιωάσαφ γνωρίστηκε με τους Κρητικούς επαναστάτες που αντιμάχονταν τους Τούρκους: Κόρακα, Μαλικούτη, Μαστραχά, Ρωμανό, Τσακίρη, Σκουντή και άλλους.
Οι ηρωικές πράξεις του Ιωάσαφ αρχίζουν να γίνονται γνωστές από το 1810, εποχή κατά την οποία οι Τούρκοι τον αποκαλούν «Χαϊνη» - από την αραβική λέξη «Χαϊν» που σημαίνει επίβουλος, αχάριστος, προδότης, αποστάτης (οι Χαϊνηδες ήταν γνωστοί στο στόμα του κρητικού λαού με το όνομα «καλησπέρηδες» εξαιτίας της νυχτερινής δράσης τους). Επίσης τον ονόμαζαν και «Ντελή» παπά δηλαδή τρελό παπά.
Η φήμη του σαν προστάτη των χριστιανών γρήγορα εξαπλώθηκε και κινητοποίησε τους Τούρκους της περιοχής αλλά και του «Μεγάλου Κάστρου» (Ηράκλειο), οι οποίοι και έκαναν αναφορά στον μητροπολίτη για να τον συνετίσει. Μετά από εκβιασμούς και απειλές ο μητροπολίτης τον καθαίρεσε δηλαδή τον έκανε ξέπαπα ή ξώπαπα και από εκεί έχει μείνει και το προσωνύμιο «Ξωπατέρας». (Μια άλλη εκδοχή λέει ότι ο μητροπολίτης καθαίρεσε τον Ιωάσαφ επειδή σκότωσε κάποιον Τούρκο γενίτσαρο που μίλησε προσβλητικά για την αδελφή του).
Όποια και εάν είναι η αλήθεια τα ανδραγαθήματα και η φήμη του Ξωπατέρα ήταν τέτοια ώστε ακόμα και στις δυτικές επαρχίες της Κρήτης η λαϊκή μούσα του έπλεξε το εγκώμιο:
«Τρεις Ανδρειωμένοι περπατούν στην Κρήτη την παντέρμη
Σαν εξάδελφοι σαν αδελφοί σαν φίλοι μπιστεμένοι
Σαν να ταν από μια κοιλιά, να φάγαν ένα γάλα
Έτσι δ’ αγαπηθήκανε περίσσια και μεγάλα
Τον έναν τον έλεγαν Ξώπαπα, τον άλλο Μπούζο Μάρκο
Τον τρίτο λέγαν Παναγή που φύλαγε το Κάστρο»
Μετά τον θανάτωση του αιμοσταγή και τυραννικού γενίτσαρου «Αργολίδη» από τον Ξώπαπα, οι Τούρκοι αποφάσισαν να εξορμήσουν εναντίον της Οδηγήτριας τον Φεβρουάριο του 1828 με δύναμη 3.000 στρατιωτών (ή 800 κατά μία άλλη αναφορά). Ο Ξωπατέρας που είχε ενημερωθεί για την εκστρατεία των Τούρκων ειδοποίησε τους άλλους Μεσσαρίτες οπλαρχηγούς να τρέξουν σε βοήθεια, κάτι που όμως δεν συνέβη αφού λόγω των δυνατών βροχοπτώσεων των ημερών είχε πλημμυρίσει ο Γεροπόταμος και δεν μπόρεσαν να τον περάσουν. Στο μοναστήρι βρίσκονταν πέντε καλόγεροι και πέντε λαϊκοί ανάμεσα στους οποίους και η αδελφή του Ξωπατέρα.
Μέσα από τον πύργο που σώζεται μέχρι σήμερα στον περίβολο του μοναστηριού ο Ξωπατέρας και οι σύντροφοί του έδωσαν σκληρή και άνιση μάχη που κράτησε τρία ολόκληρα μερόνυχτα . Την Τρίτη ημέρα όλοι οι σύντροφοι του Ξωπατέρα είχαν σκοτωθεί (εκτός από την αδερφή του, την οποία είχε κατορθώσει να φυγαδεύσει από την μονή την προηγούμενη ημέρα) και αυτός αγωνίζονταν μόνος του παρά το γεγονός ότι ήταν τραυματισμένος στο χέρι από εχθρικό βόλι:
«Αυτό δεν είναι Τούρκοι αντρειά
μονό ’νε πουστουλούκι
να πολεμάτ’ έναν Παπά τόσοι
χιλιάδες Τούρκοι...»
Το τέλος του ήταν ηρωικό όταν οι Τούρκοι έβαλαν φωτιά στον πύργο και αναγκάστηκε να βγει και να τους πολεμήσει με το όπλο στο ένα χέρι και το σπαθί του στο άλλο. Αφού τον σκότωσαν, οι Τούρκοι τον αποκεφάλισαν κάρφωσαν το κεφάλι του σε ένα κοντάρι και το περιέφεραν σε όλη την περιοχή για να δείξουν τον θρίαμβό τους που μόνο θρίαμβος δεν ήταν.
Έτσι χάθηκε ένας από τους πιο ανδρειωμένους ήρωες της Κρητικής ιστορίας που μόνο με τον Δασκαλογιάννη, τον ηγούμενο του Αρκαδίου Γραβριήλ και τον Γιαμπουδάκη μπορεί να συγκριθεί.

Σχόλια