Σπήλαιο Λέων

Το σπήλαιο του λιονταριού ( Leon ) ανακαλύφθηκε την Κυριακή 11 Αυγούστου 2008 από μια Γάλλο-Ελληνική σπηλαιολογική αποστολή στα Λευκά Όρη Χανίων (περιοχή Ατζινόλακος, κοιν. διαμ. Μελιδονίου, στον Δήμο Φρε). Η αποστολή ξεκίνησε στις 20 Ιουλίου με την συμμετοχή 13 Γάλλων και 10 Ελλήνων σπηλαιολόγων ενώ είχε σαν αποκλειστικό σκοπό την συνέχεια των εξερευνήσεων στο σπηλαιοβαράθρο «Tρύπα του Λιονταριού» (ή «Λιοντάρι» εν συντομία). Το εν λόγω σπήλαιο ανακαλύφθηκε πριν από 15 χρόνια κατά την διάρκεια αποστολής του Γαλλικού συλλόγου Catamaran και αφενός παρουσίαζε έντονο σπηλαιολογικό / εξερευνητικό ενδιαφέρον και αφετέρου εξαιρετική δυσκολία ειδικά μέχρι βάθους -470μ. Η επιτυχία της αποστολής έγκειται στο γεγονός του ότι η 23μελής ομάδα κατάφερε να ξεπεράσει όλες τις δυσκολίες και να φτάσει σε βάθος -1110μ (και μήκος 2.850μ) διπλασιάζοντας το μήκος και το βάθος του σπηλαίου.
Το γεγονός αυτό κατατάσσει το σπήλαιο 2ο βαθύτερο στην χώρα και 60ο σε παγκόσμια κατάταξη. Αξίζει να σημειωθεί ότι αν και υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες σπήλαια παγκοσμίως, μόλις 84 από αυτά (συμπεριλαμβανομένου και του «Λιονταριού» ) ξεπερνούν σε βάθος τα -1000μ. Στη συγκεκριμένη περιοχή υπάρχει έντονη σπηλαιολογική δραστηριότητα από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 (σπηλαιολογικές αποστολές Γαλλικές κυρίως σε σχεδόν ετήσια βάση). Αποτέλεσμα των πολύχρονων αυτών προσπαθειών είναι τόσο η φετινή εξερεύνηση όσο και η επίσης σημαντική ανακάλυψη του βαθύτερου σπηλαιοβάραθρου της χώρας (το 1998), του «Γουργούθακα», το οποίο φτάνει σε βάθος -1208μ και βρίσκετε πολύ κοντά στο «Λιοντάρι» (περίπου 500m βόρεια-βορειοανατολικά). Η είσοδος του «Λιονταρίου» βρίσκεται σε υψόμετρο 1600μ, ενώ από την είσοδο του βγαίνει έντονο κρύο ρεύμα αέρα, ένδειξη του τεράστιου μεγέθους του. Στο πρώτο του τμήμα του, δηλ. από την είσοδο μέχρι το βάθος των 480μ, είναι σχετικά στεγνό, στενό και έντονα βαραθρώδες με διαδοχικές αλλά μικρές κατακόρυφες καταβάσεις. Σε βάθος -480μ η μορφολογία του σπηλαίου αλλάζει καθώς μετατρέπεται σε υπόγειο ποτάμι το οποίο διαρρέει γαλαρία με μεγάλες διαστάσεις (πλάτος έως και 20μ, ύψος 20 εως 30 μέτρα) και παροχή η οποία όσο σταδιακά αυξάνεται (με το βάθος) φτάνοντας τα 200 λίτρα/δευτ. (στον πάτο). Στα βαθύτερα τμήματα το σπήλαιο σχηματίζει πολλούς καταρράκτες αλλά και μικρές διαδοχικές λίμνες. Στο βαθύτερο σημείο του (-1110μ δηλ. σε υψόμετρο 530μ από την επιφάνεια της θάλασσας) το σπήλαιο καταλήγει σε σιφόνι το οποίο απαιτεί κατάδυση για να συνεχιστεί η εξερεύνηση. Οι 23 σπηλαιολόγοι, Έλληνες και Γάλλοι δήλωσαν ιδιαίτερα ικανοποιημένοι από αυτήν την κοπιαστική μεν, σπάνια δε εμπειρία καθώς προχώρησαν σε πλήρη χαρτογράφηση αλλά και σε φωτογράφηση όλων των τμημάτων του σπηλαίου που εξερευνήθηκαν.


Σχόλια